Πλημμυρίδα για μια μέρα, άμπωτης για μια ζωη.

Παλίρροια είναι αυτό στη λίμνη μας? Τη μια στιγμή να πλατσουρίζουμε στα νερά και την άλλη να πεθαίνει κάθε τι ζωντανό. Πλημμυρίδα όταν έρχεσαι τη μέρα. Νερά πολλά παντού και ζωή μέσα μου. Φουσκώνουν οι καταράκτες μπροστά μας. Το νερό ζεσταίνει και μας αγκαλιάζει τρυφερά. Πνιγόμαστε, αλλά τουλαχιστόν μου κρατάς το χέρι σφιχτά. Αν χαθείς εσύ, θα χαθώ κι εγώ. Το αποφάσισα.
Άμπωτης όταν φεύγεις και πέφτει αφύσικο σκοτάδι. Νεκρική σιγή και ξηρασία. Όλα πεθαίνουν με τέλεια διαδοχή και τα ψάρια σπαρταρούν στην άμμο. Ψάρια και φύκια σε αποσύνθεση. Μοναδική μου συντροφιά, τα πουλιά. Σκάβω, αλλά δε βρίσκω χρώμα. Γκρί παραμένει. Μα, είναι χρώμα το γκρί? Το γκρί είναι συναίσθημα. Συναίσθημα, που ζήλεψαν τα χρώματα και το έκλεψαν. Τι του ζήλεψαν θα ήθελα να ξέρω?! Και μου αφήνεις το χέρι, γιατί σε παίρνει η άμπωτης και εγώ μένω στη στεριά, να σου κουνάω το μαντήλι. Και μαζί με σένα, φυσάει δυνατός αέρας και μου παίρνει το μαντήλι. Τώρα δεν έχω τίποτα. Δεν χωνεύεται η νύχτα, δυστυχώς. Έρχονται προς τα πάνω μου τα πουλιά. Με αρπάζουν και πετάμε απο πάνω σου. Έχουν ένστικτο τα πουλιά. Πάντα καταφέρνουν και τη γλιτώνουν. Βουτάμε απο ψηλά... Τα χαζό-πουλα! Δεν με προειδοποίησαν και τα νερά είναι τόσο παγωμένα, που μου κόβουν την αναπνοή. Και τι μπορεί να με τρομάξει πια?
Τώρα που μπορείς να με δεις, ψάρεψέ με.
Δεν με ματώνουν πια τα αγκίστρια.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου