Σιελόρροια.

Είδα τη  λύπη να σκοτεινιάζει τη θέα στα μάτια μας. Έχω δει την εύλογη απορία, να ζωγραφίζεται στα χείλη μας, τη συντριβή να παραλύει τα χέρια μας. Μας είδα να ψυχορραγούμε παρατηρώντας τα πάντα γύρω μας να ζουν. Να ζουν κακά, αλλά να ζουν. Έχω δει τα γεγονότα να κινούνται γύρω από τον εαυτό τους και να παραμένουν στάσιμα. Είδα τα γέλια να μαραίνονται και να αντλούν από το στόμα, σάλια αναζωογόνησης. Σάλια που μας ξεδιψούν, τα ίδια σάλια που μας πλένουν. Αυτά που στερεύουν κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Να ‘ρθεις κι εσύ μαζί μου, όταν σύννεφα πλακώσουν το μικρό μου ορίζοντα. Να ‘ρθεις κι εσύ μαζί μου, να μου κρατάς το χέρι , να βλέπω τη θέα απ’ τα δικά σου τα μάτια. Τώρα που η όρασή μου θόλωσε απ’ τους καπνούς της πύρινης λάβας, εκείνης που κυλάει από το στόμα σου και μου διαλύει τα μάτια.

Ανακαλώ τον εαυτό μου. Ανακαλώ το ίδιο μου το είναι. Ανακαλώ τα χρώματα που άφηνες στο σπίτι μου, όταν έσερνες την ουρά σου στο πάτωμα. Στους γρίφους σου, δε βρίσκω απαντήσεις. Για τους δικούς μου, δεν τολμώ να μιλήσω. Υποτάσσομαι. Το σιχαίνομαι, μα θα το κάνω.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου